βαδίζει

βαδίζει
βαδίζω
walk
pres ind mp 2nd sg
βαδίζω
walk
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • βάδιση — η (AM βάδισις) [βαδίζω] το να βαδίζει κανείς, περπάτημα νεοελλ. ο ιδιαίτερος, χαρακτηριστικός τρόπος που βαδίζει κάποιος …   Dictionary of Greek

  • βάδισμα — το (AM βάδισμα) [βαδίζω] 1. το να βαδίζει κανείς 2. ο χαρακτηριστικός τρόπος που βαδίζει κάποιος, η περπατησιά …   Dictionary of Greek

  • βαδίζω — (AM βαδίζω) 1. κινούμαι, προχωρώ με προβολή του ενός ποδιού και στήριξη του άλλου στο έδαφος, εναλλάξ, σε κανονικό ρυθμό 2. κατευθύνομαι νεοελλ. 1. συμπεριφέρομαι, ενεργώ («καλά βαδίζει») 2. φρ. «βαδίζω επί τα ίχνη κάποιου» ή «βαδίζω στ αχνάρια… …   Dictionary of Greek

  • καλοβάτης — ο (AM καλοβάτης) αυτός που βαδίζει πάνω σε καλόβαθρο αρχ. αυτός που βαδίζει πάνω σε σχοινί. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλ(ο) * + βάτης (< βαίνω), πρβλ. ακρο βάτης, ορει βάτης] …   Dictionary of Greek

  • πρόβατο — Αρτιοδάκτυλο μηρυκαστικό του γένους Όβις. Όπως συνέβη και με τη γίδα, το π. έγινε κατοικίδιο, τουλάχιστον στην Ασία, από τους προϊστορικούς χρόνους. Αν και δεν είναι γνωστό από ποια άγρια είδη προήλθαν οι διάφορες φυλές των π. που εκτρέφονται… …   Dictionary of Greek

  • σαύλος — αύλη, ον, Α 1. (για τρόπο βαδίσματος και συμπεριφοράς) επιτηδευμένος, θηλυπρεπής, προκλητικός, ο τρόπος με τον οποίο βάδιζαν οι εταίρες και οι βακχεύουσες 2. (για ίππο) αυτός που βαδίζει καμαρωτά («σαῡλος βαίνειν, ἵππος ὡς κορωνίδης», Σιμων.) 3.… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Liste griechischer Phrasen/Beta — Beta Inhaltsverzeichnis 1 Βάλανε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα …   Deutsch Wikipedia

  • BALARE — ovium vox ex Graeco βῆ, βῆ, cuius mentio in illo cratini. Ο᾿ δ᾿ ἠλίθνος, ὥσπερ πρόβατον, βῆ, βῆ λέγων, βάδιζει. Hinc, uti ovis, animalis quippe simplicissimi hominibus parum callidis, et paulo stolidioribus, appellatio attributa est; uti patet ex …   Hofmann J. Lexicon universale

  • DICASTERIA — Athenis a Solone instituta sunt, ut sic aequam omnibus suis civibus libertatem constituetet, quod tum demum fore censuit, si a populo iudicia redderentur. Itaque provocationem a Magistratibus ad Iudices hâc lege dedit: Περὶ ενείνων, ὅσα αἱ ἀρχαὶ… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”